Το φιλί της βροχής


Υπάρχουν πράγματα που σηματοδοτούν την απαρχή μιας σχέσης πριν τα αντιληφθούμε, πριν καταλάβουμε που οδηγούνε , πριν ακόμα υπάρξει η ίδια η σχέση ή αλλάξει μορφή.
Στην περίπτωσή τους ήταν η βροχή. Ή για να γίνω πιο συγκεκριμένη, η συζήτηση για την βροχή . Η διήγηση του χορού της Φαίης και η φαντασίωση του Πάρη γι’ αυτήν, οριοθέτησε την αρχή μιας σχέσης γεμάτης πάθος, έρωτα και διαμάχες, που άλλες φορές ήταν ψιλοβρόχι, άλλες γλυκές σαν καλοκαιρινή βροχή κι άλλες νεροποντή.
Ό,τι κι αν γινόταν μεταξύ τους, όταν βλέπανε τα μαύρα σύννεφα να μαζεύονται στον ουρανό, σκεφτόταν αντανακλαστικά σχεδόν, ο ένας τον άλλο. Στην αρχή με λαχτάρα, στην συνέχεια με πόθο τρελό, στην πορεία με το χαμόγελο της υπόσχεσης , τον τελευταίο καιρό με νοσταλγία και μερικές φορές με πόνο.
Ήθελε τόσο να χορέψει μπροστά του στην βροχή. Σαν μια άλλη Σαλώμη να πετάξει αργά ένα ένα και τα εφτά πέπλα και να μείνει γυμνή , υγρή, ρευστή, βρεγμένη, μόνο γι’ αυτόν, μόνο μέσα απ’ αυτόν, με μόνη μουσική τον ήχο της βροχής, της δικής τους βροχής. Δεν τα είχε ακόμα καταφέρει. Τόσους μήνες μετά ακόμα περίμενε την ευκαιρία που ολοένα έδειχνε να ξεμακραίνει.
Είχαν πει χαριτολογώντας κάποτε πως ίσως έπρεπε να μετακομίσουν σε άλλη χώρα που οι ηλιόλουστες μέρες είναι λιγότερες, να γίνουν κάτοικοι Αγγλίας, να χαίρονται κάθε μέρα αυτήν την επαφή. Δεν έφυγαν ποτέ μαζί ούτε έξω από την πόλη τους, αλλά είχαν ταξιδέψει παντού τις υπέροχες βροχερές μέρες.
Και σήμερα έβρεξε. Της είχε μόλις πει πως είχε αργήσει και πως έπρεπε να φύγει, όταν ξεκίνησε να βρέχει δυνατά. Έψαξε να βρει την αναγνώριση στα μάτια του, αλλά είδε μόνο την ανησυχία του μην βραχεί. Της φάνηκε στην αρχή αστείο. Και μετά τραγικό. Ήταν ήδη βρεγμένη. Έφτανε να βρεθεί κοντά του για να μην την εγκαταλείπει στιγμή αυτή η αίσθηση. Αλλά όπως είπε κι αυτός, είχε αργήσει.
Όταν κατέβηκε κάτω έβρεχε καταρρακτωδώς. Πήγε μέχρι το αυτοκίνητο κι έμεινε το χέρι μετέωρο και τα κλειδιά στο χέρι , ενώ η βροχή την μαστίγωνε αλύπητα. Έβαλε τα κλειδιά πίσω στην τσάντα κι άπλωσε δισταχτικά τα χέρια. Δοκίμασε μια στροφή και σταμάτησε. Κοίταξε προς τα επάνω, κοίταξε προς την κλειστή πόρτα και κατέβασε τα χέρια της. Περπάτησε δισταχτικά και μετά άρχισε να στροβιλίζεται, ενώ τα δάκρυά της μπερδευόταν με την βροχή. Έμεινε για μια στιγμή , όσο μια αιωνιότητα ακίνητη και κοίταξε πάλι πίσω της.
Δεν μπορούσε να χορέψει χωρίς αυτόν να την περιμένει. Δεν μπορούσε να χαρεί χωρίς αυτόν να είναι κάτω από το υπόστεγο να την παρακολουθεί. Δεν μπορούσε να τον ξεχωρίσει πλέον από την βροχή, όπως δεν μπορούσε να ξεχωρίσει τον εαυτό της από αυτόν. Ανέβηκε ξανά επάνω ορμητικά. Έφτασε έξω από την πόρτα του και ζωγράφισε ένα «σ’ αγαπώ» με τα βρεγμένα της δάχτυλα. Δεν τόλμησε όμως να χτυπήσει την πόρτα.
Το κινητό της που χτύπησε την έφερε στην πραγματικότητα. Με τρεμάμενα χέρια έβγαλε το αγαπημένο της μπλοκάκι κι έγραψε κάτι βιαστικά. Το έβαλε κάτω από την πόρτα και σηκώθηκε να φύγει με αργά βήματα παραπαίοντας, ενώ παρατηρούσε τα υγρά σημάδια στον διάδρομο. Τα σημάδια που την έφεραν ξανά εκεί.
Όταν βρέθηκε κοντά της έξω στην βροχή, με εκείνο το βλέμμα που τόσες φορές την είχε μαγέψει, δεν μπορούσε παρά να τον ακολουθήσει. Δεν θα μπορούσε παρά να παραδοθεί όταν την έπιασε από το χέρι. Όταν την έσφιξε στην αγκαλιά του, έτσι βρεγμένη δεν θα μπορούσε παρά να κλείσει τα μάτια της. Όταν την φίλησε δεν θα μπορούσε παρά να νιώσει πως επιστρέφει σπίτι. Τον άφησε να την οδηγήσει σαν παιδί, να την ξεντύσει, να την σκουπίσει, να την περιποιηθεί.
Μπήκε μέσα της με το ίδιο πάθος, που δεν τους είχε στιγμή εγκαταλείψει. Την οδήγησε όπως από την πρώτη μέρα στον μαγικό κόσμο, που έγινε γυναίκα μαζί μ’ αυτόν, μέσα από αυτόν, μέσα από την δική του βροχή. Άκουγε διψασμένη τα λόγια που της ψιθύριζε όσο κάνανε έρωτα. Άνοιξε ξανά σαν διψασμένο λουλούδι με κάθε ψίθυρο, με κάθε χάδι, με κάθε κίνηση, περιμένοντας αυτόν , την βροχή και την ζωή,  που πάντα της έδινε.
Με ορθάνοιχτη την μήτρα, την καρδιά και την ψυχή τον περίμενε, όπως ένιωθε πως την περίμενε κι αυτός, με την γνώση και την γεύση των ικανοποιημένων εραστών. Ένιωσε να συγκλονίζεται ξανά όταν ήρθε η βροχή μέσα της, καυτή βροχή, που γέμισε όλη την ύπαρξη και ένιωσε να ξεχειλίζει από τα μάτια της , όταν τον ακολούθησε. Τον κράτησε σφιχτά στην αγκαλιά της θέλοντας όπως κάθε φορά , να επεκτείνει αυτήν την αίσθηση, αυτό το συναίσθημα, αυτή την ρωγμή στον χρόνο, που τους ένωνε σαν ομφάλιος λώρος.
Πάντα την πονούσε όταν έπρεπε να αποχωριστούν μετά. Σαν κάποιος βίαια όχι απλά να έκοβε τον ομφάλιο λώρο που τους ένωνε, αλλά να τον ξερίζωνε.  Προσπαθούσε να τον κρατήσει όσο μπορούσε περισσότερο μέσα της μετά. Κι όταν χαλάρωναν κι οι δυο, προσπαθούσε να αντιμετωπίσει την απώλεια γελώντας. Κατάλαβε ότι σήμερα δεν θα μπορούσε να γελάσει. Κι ένιωσε να στεγνώνει.
Κοίταξε έξω από το παράθυρο. Η βροχή είχε σταματήσει. Το ίδιο κι η καρδιά της. Δεν ήξερε τι να κάνει για να κρατήσει την βροχή μέσα της. Δεν ήξερε πώς να του πει τι σήμαινε να ζει κανείς αποστεωμένος από αυτή την αίσθηση που μόνο αυτός μπορούσε να ξυπνάει μέσα της- πως ανήκει κάπου, πως έχει σπίτι, πως έχει πατρίδα, πως έχει λιμάνι και απάγκιο. Οι λέξεις γρατζούνισαν τον στεγνό της λαιμό.
Ήπιε λαίμαργα νερό, ήπιε ξανά και ξανά χωρίς να ξεδιψάσει.Κοίταξε με ελπίδα και παράπονο τον ουρανό. Τα σύννεφα της βροχής ήταν ακόμα εκεί...

4 σχόλια:

  1. Το σώμα υγροποιήθηκε και το σύννεφο έφερε βροχή....

    Το φιλί πιο μουσκεμένο από το έδαφος...
    το σωμα να απορροφά κάθε σταλίδα....
    το χαδι ρευστοποιήθηκε κι αυτο...
    κύλησε παντού....
    βαφτισμένη ξανα στην αγκαλιά του ξέχασε για λίγες στιγμές το λιμανι.....
    το κύμα.....
    τον ωκεανό που την περιμενε....

    η βροχή μαγνητικά κολλημένη πανω της σανχνούδι του ερωτα αναστησε τον Αληθινό Εαυτό της,μέσα από την Αδυναμία και την Ερωτική Ανάγκη......

    Οταν μία φορα κρατήσεις στα χερια το συννεφο,
    για παντα κλείνοντας τα ματια
    χνωτίζεις τα τζαμια της καρδιας με φιλιά...
    με χαδια...
    με ερωτα....

    που σαν το πιο ακριβό άρωμα, χωρά ΟΛΟΚΛΗΡΟΣ στο πιο μικρό χρονικό μπουκαλακι....

    εστω και μία μονο φορα.....

    Η βροχή μουρμουρίζει ακομη το όνομά τους..
    εκείνη την ώρα που ήταν αγκαλια....
    σαν αιώνας....


    Τα φιλιά μου...... ιδρωμενες βροχές που χωρεσαν στο μικρό χρονικό μπουκαλακι λίγων στιγμών Εκπλήρωσης....

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Βλέπω την Κάκια πιο πάνω και είναι όπως πάντα όμορφα τα σχόλιά της.
    Το "Φιλί της Βροχής" με συγκίνησε ιδιαίτερα. Η βροχή γενικότερα με εμπνέει και μου φτιάχνει την διάθεση.
    Η γραφή σου πολύ τρυφερή, συναισθηματικά εντατική και η ερωτική σκηνή έξοχη. Νομίζω Πάρμι Ρόουζ (τι υπέροχο) ότι έχεις περίσσευμα ψυχής να καταθέσεις.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Αγαπημένη μου Κάκια,
    Σ' ευχαριστώ για τις στάλες της βροχής που έφερες στο μαγικό σου μπουκαλάκι..

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Χριστόφορε,
    Η βροχή, η θάλασσα, τα ποτάμια, οι λίμνες, ο έρωτας, όλα είναι η υγρή επιβεβαίωση της αγάπης της ψυχής για την πρωταρχική της μορφή...το νερό που κυλά,εξατμίζεται και επιστρέφει μέχρι την μήτρα της υπάρξης και της ζωής μας...

    ΑπάντησηΔιαγραφή