Η πασχαλίτσα και η ζάχαρη




Ζούσε κάποτε μία πασχαλίτσα, που δεν φοβόταν τίποτα και κανέναν. Όλη μέρα περιφερόταν από λουλούδι σε φύλλο μασουλώντας μελίγκρες, διασκεδάζοντας με τον φόβο των φίλων της για τα πουλιά και τους ανθρώπους.
Ποτέ δεν τάχυνε το βήμα της, ούτε πετούσε μακριά όταν ερχόταν αντιμέτωπη με κάποια απειλή. Της άρεσε να δείχνει την τόλμη της βολτάροντας καμαρωτή στα μπράτσα και στις παλάμες των ανθρώπων που συναντούσε στο δρόμο της και να πετά βαριεστημένα μετά μακριά, ενώ οι φίλες της την κοιτούσαν με έκπληξη και θαυμασμό.
Σε μία από αυτές τις βόλτες, ο άνθρωπος, ένα εννιάχρονο αγοράκι, άπλωσε άξαφνα το χέρι του και την έκλεισε στην χούφτα του. Μέχρι να συνειδητοποιήσει τι έχει συμβεί ,ένιωσε να πέφτει, χωρίς να μπορεί να πιαστεί από πουθενά. Προσπάθησε να πετάξει μακριά, αλλά όπου και να στρεφόταν χτυπούσε σε κάτι σκληρό. Δεν σταμάτησε να ψάχνει διέξοδο παρά μόνο όταν εξαντλημένη, έπεσε κάτω. Το αγοράκι έκλεισε το βάζο, βάζοντας ως καπάκι μια γάζα, που την έπιασε γρήγορα με ένα λαστιχάκι. Έβγαλε προσεκτικά ένα σακουλάκι από την τσέπη του κι ανοίγοντας μια ακρούλα άρχισε να ρίχνει το περιεχόμενό του μέσα στο βάζο.
Η πασχαλίτσα ένιωσε κάτι να πέφτει επάνω της και γύρισε να δει. Τριγύρω της έπεφταν συνεχώς κάτι άσπροι, κρυσταλλένιοι κόκκοι. Δοκίμασε διστακτικά ένα μικρό κομμάτι. Και ξετρελάθηκε. Ήταν ότι πιο νόστιμο είχε δοκιμάσει ποτέ της. Συνέχισε να μασουλάει ασταμάτητα. Ένιωσε την καρδούλα της να χτυπάει σαν τρελή και της ήρθε κάτι σαν λιγοθυμιά από την ηδονή.
Δεν ήξερε πόσος καιρός πέρασε. Αν ήταν στιγμές ή μέρες ή μήνες. Αυτή η ζαχαρένια φυλακή την είχε κάνει να χάσει την αίσθηση του χρόνου και δεν αποζητούσε τίποτα άλλο, παρά να βλέπει τους μικρούς άσπρους κόκκους και να τους γεύεται. Είχε λησμονήσει την περηφάνια, τις φίλες, τον εαυτό της.
Κοιτάζοντας έξω από τον γυάλινο κόσμο της, είδε ένα κοριτσάκι να πλησιάζει. Το αγοράκια περήφανο της έδειχνε την φυλακισμένη πασχαλίτσα και γελούσε. Είδε τα μαύρα μάτια του κοριτσιού να ανάβουν σαν κάρβουνα, καθώς χειρονομούσε και φώναζε. Το χαμόγελο σβήστηκε από το πρόσωπο του δεσμοφύλακά της.
Το αγοράκι άνοιξε το βάζο κι άρχισε να παρακινεί την πασχαλίτσα να βγει έξω. Αυτή άρχισε να οπισθοχωρεί, να ψάχνει μέρος να κρυφτεί, να μείνει εκεί για πάντα. Με μια αποφασιστική κίνηση, το αγοράκι έβαλε το χέρι του στο βάζο, την έβγαλε έξω και την άφησε πάνω σ' ένα φύλλο. Το κορίτσι τον κοιτούσε χωρίς να μιλάει, μέχρι που έβγαλε την σακουλίτσα με την ζάχαρη και της την έδωσε. Του χαμογέλασε και έμειναν να κοιτάζονται στα μάτια, αδιαφορώντας για τον κόσμο γύρω τους και την απελευθερωμένη πασχαλίτσα.
Αυτή έμεινε παραζαλισμένη να κοιτάει γύρω της με απόγνωση. Ο κόσμος γύρω της φαινόταν άγριος και απειλητικός. Δοκίμασε να πετάξει, αλλά δεν τα κατάφερε .Απελπισμένη άρχισε να περπατάει παραπατώντας, ενώ κοίταζε με ελπίδα πίσω της, μήπως το αγοράκι ξαναγυρίσει.
Μετά από αρκετές μέρες άρχισε να πετάει. Οι μελίγκρες της φαινόταν άνοστες κι έχανε συνέχεια βάρος. Βρήκε τις φίλες της, τις μάζεψε γύρω της και τις είπε "Είχατε δίκιο να φοβάστε. Δεν υπάρχει τίποτα πιο τρομακτικό, από την γλύκα των ανθρώπων".
Πέρασαν μήνες και ακόμα δεν είχε βρει το κέφι της και την πρότερη ανεμελιά της. Ένιωθε πως είχε αφήσει ένα κομμάτι του εαυτού της στον πάτο του βάζου, που δεν θα έβρισκε ποτέ ξανά. Μια μέρα, ενώ έτρωγε βαριεστημένα τις μελίγκρες μιας ροδιάς, είδε μπροστά της το ίδιο αγοράκι , που την είχε τότε αρπάξει. Καθόταν στο γρασίδι παρέα με το κοριτσάκι και τρώγανε εναλλάξ κάτι από ένα μεγάλο βάζο, χρησιμοποιώντας το ίδιο κουτάλι.
Με την καρδιά της να χτυπάει σαν τρελή, πέταξε κι έπεσε με φόρα στο βάζο, που ήταν γεμάτο με μέλι. Κατάλαβε το λάθος της , αλλά ήταν πια πολύ αργά. Ενώ άρχισε να βουλιάζει στο παχύρευστο υγρό, το δοκίμασε διστακτικά . Η γεύση του ήταν υπέροχη. Σταμάτησε να παλεύει κι άφησε τον εαυτό της να βουλιάξει στην γλύκα.
Το αγοράκι προσπάθησε να την βγάλει με το κουτάλι, όταν συνειδητοποίησε ότι ήταν πια νεκρή. Την κράτησε μπροστά στο πρόσωπό του και είπε "Τι ανόητη πασχαλίτσα! Βούλιαξε μέσα στο μέλι και πέθανε για το τίποτα!".
Το κοριτσάκι σηκώθηκε όρθιο. Τα μάγουλά της ήταν κόκκινα και τα μάτια της έλαμπαν. Στάθηκε μπροστά του και του φώναξε "Εγώ, πάντως, την ζηλεύω!" κι έφυγε τρέχοντας. Το αγοράκι δεν προσπάθησε να την σταματήσει. Την ήξερε αρκετά καλά για να γνωρίζει πόσο επικίνδυνη γινόταν όταν τα μάτια της ήταν βουρκωμένα. Ήταν σίγουρος άλλωστε ότι θα γυρίσει,. Πάντα γυρνούσε. .
Βρεθήκανε μετά από δέκα χρόνια τυχαία στο σπίτι ενός γνωστού. Συμφωνήσανε να βγούνε την επόμενη μέρα για ένα ποτό. Ο νεαρός πλέον άντρας μετά από λίγη ώρα, της είπε "Για πολλά χρόνια ονειρευόμουνα τα μάτια σου και με κυνηγούσε στους εφιάλτες μου η πλάτη σου". Αυτή τον κοίταξε για πολλή ώρα στα μάτια, ένα παιχνιδιάρικο χαμόγελο εμφανίστηκε στο πρόσωπό της και τέλος του είπε "Λυπάμαι, καλέ μου, αλλά είναι πολύ αργά για ζάχαρη τώρα. Έχω συνηθίσει στο μέλι".
Σηκώθηκε όρθια, τον φίλησε απαλά στο μάγουλο και έφυγε περπατώντας αργά. Δεν γύρισε ούτε μια φορά να κοιτάξει πίσω της. Ο νεαρός άντρας έμεινε να κοιτάζει την πλάτη της καθώς απομακρυνόταν για άλλη μια φορά.
Άνοιξε την παλάμη του και κοίταξε το τσαλακωμένο κόκκινο κουτάκι, που κρατούσε τόση ώρα σφιχτά. Έβγαλε τρυφερά από μέσα μια ασημένια πασχαλίτσα και την άφησε να πέσει στο ποτήρι του.
Δεν συναντηθήκανε ποτέ ξανά.

10 σχόλια:

  1. Ένα πράγμα έχω να σου πω: Βγάλε τα παιδιά από τα διηγήματά σου -κάνουν κακό στα ζωάκια!

    Btw, το κοριτσάκι είναι το ίδιο που "ξέκανε" το χρυσόψαρο?! :P

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Αγαπημένο μου πιγκουινάκι,
    Τα ζωάκια έχουν τις ευθύνες τους για το κακό..
    Και πάντα είναι το ίδιο κοριτσάκι..

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Και σε χρυσό κλουβί να σε έχει κάποιος κρατημένο δεν αλλάζει τίποτα! Παραμένει φυλακή και περιορισμός της ελευθερίας! Δεν υπάρχει πολυτιμότερο αγαθό από την ατομική ελευθερία του ανθρώπου!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Η "γλύκα" της ζωής,είναι να τη ζείς με ένταση. Να "γεύεσαι" κάθε στιγμή της...να συμμετέχεις στο "θαύμα" της κάθε μέρας και κυρίως...να μη φοβάσαι.
    Ακόμη χειρότερο από τη "φυλακή" της πασχαλίτσας στο βαζάκι με τη ζάχαρη...είναι η "προσωπική φυλακή" που χτίζει ο καθένας μας για τον εαυτό του.
    ~"Τι ανόητη πασχαλίτσα! Βούλιαξε μέσα στο μέλι και πέθανε για το τίποτα!".~
    ...η πασχαλίτσα τόλμησε...έζησε χωρίς να φοβάται. Αν δεν έκανε το τελευταίο άλμα...δε θα γνώριζε ποτέ τη γεύση που έχει το μέλι. Θα ζούσε "εγκλωβισμένη" στη δική της "φυλακή"...που δε θα είχε ούτε ζάχαρη.

    Πάλι μας μάγεψες Φωτεινή.
    ~Φαίη~

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  5. ειναι καταπληκτικα αυτα που γραφεις....Μπραβο σου!!!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  6. Αγαπητή "φυγή",
    Το να επιλέξεις να υπηρετείς μια ιδεολογία, ένα έρωτα, ένα ιδανικό, είναι μία δέσμευση, που απελευθερώνει και το δικαίωμα της επιλογής διαχωρίζει την φυλακή από το λιμάνι..

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  7. Αγαπημένη μου Φαίη,
    Η πασχαλίτσα,το αγοράκι και το κοριτσάκι έκαναν τις επιλογές τους και πλήρωσαν το αντίτιμο..
    Ελπίζω να μην φοβηθείς και να πάρεις όλη την γλύκα, που σου αξίζει..
    Φιλάκια

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  8. Βούλα,
    Σ' ευχαριστώ για τα καλά σου λόγια..

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  9. Υπεροχη ιστορια.
    Αξιζει να υπαρχεις για ενα ονειρο.
    Για να γευτεις την ευτυχια εστω κι αν αυτο αποβει μοιραιο.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  10. Αξίζει, φίλη, να ζεις για ένα όνειρο
    κι ας είναι η φωτιά του να σε κάψει...:))

    Πολλά φιλιά

    ΑπάντησηΔιαγραφή