Ο Παύλος περπατούσε κατά μήκος της μικρής παραλίας σκεφτικός. Κοίταξε το φεγγάρι που έλαμπε στον ουρανό και δάγκωσε τα χείλη του.
Πόσα χρόνια πέρασαν από εκείνο το καλοκαίρι; Δεκαπέντε; Όχι, δεκαεφτά, ήταν εικοσάρης τότε.
Κάθισε σ’ ένα βράχο δίπλα στην θάλασσα και κοίταξε γύρω του. Ναι, πολλά είχαν αλλάξει από εκείνο το καλοκαίρι του ’92. Έβγαλε από την τσέπη του τα κλειδιά που είχε περασμένα σ’ ένα μπρελόκ, στο οποίο κρεμόταν μια μικρή κιθάρα και χαμογέλασε. Και πολλά έχουν μείνει ίδια.
Στη συγκεκριμένη παραλία ήταν δύσκολη η πρόσβαση τότε. Έπρεπε να την ξέρεις και να περπατήσεις αρκετή ώρα για να φτάσεις. Μικρή και κλειστή σαν αγκαλίτσα, απάνεμη και ήσυχη, σε αποζημίωνε για την ταλαιπωρία με την ήρεμη θάλασσα, το κυματάκι που άκουγες να σκάει ρυθμικά, την αίσθηση ότι έχεις φτάσει στο δικό σου παράδεισο.
Στον ίδιο βράχο καθόταν και εκείνο το Αυγουστιάτικο βράδυ αλλά τότε δεν ήταν μόνος. Είχε αγκαλιά την κιθάρα του, κοιτούσε κατάματα το φεγγάρι κι είχε απέναντί του την Ειρήνη. Κι ήταν έτοιμος να της παίξει ένα καινούριο τραγούδι.
Ένιωσε τον γνωστό γλυκό πόνο στην θύμηση. Ήταν μέρες που δεν αναγνώριζε τον εαυτό του στο πρόσωπο του καθρέφτη, ήταν μέρες που οι αναμνήσεις τον πλήγωναν κι ένιωθε επιτακτικά την ανάγκη να γυρίσει πίσω για να ξαναζήσει εκείνες τις βραδιές και δεν υπήρχε αντίτιμο που δεν θα πλήρωνε αν μπορούσε να το καταφέρει.
Η Ειρήνη ήταν περισσότερο ερωτευμένη με την μουσική του παρά με αυτόν τον ίδιο.Κάθε φορά περίμενε κάτι καινούριο, σχεδόν το απαιτούσε, ενώ καθόταν ακίνητη όσο αυτός έπαιζε και τραγουδούσε τα τραγούδια που είχε γράψει για εκείνη. Τον κοιτούσε με αγωνία και λαχτάρα και μετά του δινόταν με έναν τρόπο που τα χρόνια που πέρασαν δεν κατάφεραν να τον κάνουν να ξεχάσει.
Το τραγούδι του εκείνη την ημέρα ήταν το «αν ήσουν όνειρο» κι ακόμα θυμόταν τους στίχους σαν να ήταν χθες
«Είναι στιγμές
που σκέφτομαι αλλόκοτα
δεν ξέρω αν αυτά συνέβησαν στ' αλήθεια
Ξύπνιος αν είμαι,
τον ύπνο διώξε μακριά
Αν είσαι όνειρο,
ποτέ μην με ξυπνήσεις»
Και δεν τον ξύπνησε. Στα χρόνια που πέρασαν θα θυμόταν το γυμνό κορμί της λουσμένο από το αυγουστιάτικο φεγγάρι, το σμίξιμό τους στην παραλία κι εκείνο το βλέμμα στα μάτια της. Κρατούσε την στιγμή σαν βοτσαλάκι στην παραλία μέσα του. Το κρατούσε σφιχτά κρύβοντάς το φιλάργυρα από τις ματιές των άλλων κι αυτό καθόρισε την συμπεριφορά του και τον άνθρωπο που τελικά έγινε.
Εκείνο το βράδυ η Ειρήνη του έδωσε το μπρελόκ με την κιθάρα τραγουδώντας την τελευταία στροφή από το τραγούδι του, με όλο το πάθος, τον ενθουσιασμό και τον έρωτα που έκαιγε την εικοσάχρονη καρδιά της.
«Το ξέρω,
μια μέρα όλα θα σβήσουνε
Εμείς οι δυο μωρό μου
ποτέ δεν θα χωρίσουμε»
Χωρίσανε δυο χρόνια μετά. Το μπρελόκ δεν το είχε αποχωριστεί στιγμή , όπως και την ανάμνηση της. Αν και οι μελωδίες τον κυνηγούσαν και έπαιζε η μουσική στο κεφάλι του, όλα αυτά τα χρόνια, δεν έγραψε άλλο τραγούδι.
Δεν είχε πια διάθεση να παίξει. Δεν είχε διάθεση να γράψει. Δεν είχε με ποιον να μοιραστεί το τραγούδι του. Γελούσε μέσα του όταν άκουγε πως την μουσική την γράφεις μόνο για σένα. Η κιθάρα του σιώπησε γιατί δεν είχε ακροατήριο.
Κοίταξε με έκπληξη το τσιγάρο που του έκαιγε τα δάχτυλα. Το έσβησε νευρικά και σηκώθηκε. Από κάπου κοντά ακουγόταν φωνές και γέλια. Είδε ένα ζευγαράκι αγκαλιασμένο να κοιτάει το φεγγάρι και να φιλιούνται μετά με πάθος.
Πήρε τον δρόμο της επιστροφής προσπερνώντας τους βιαστικά. Κάτι έσπασε μέσα του. Στάθηκε για μια στιγμή. Άνοιξε την χούφτα του που κρατούσε σφιχτά το μπρελόκ και παρατήρησε το κόκκινο σημάδι στην παλάμη του, το σημάδι από την κιθάρα. Άφησε το μπρελόκ να πέσει στην άμμο και συνέχισε να περπατάει.
Άκουσε μια νεανική φωνή να του φωνάζει. «Κύριε, σας έπεσαν τα κλειδιά σας» και άκουσε τα βήματά τους καθώς τρέχανε από πίσω του. Ο Παύλος γύρισε και κοίταξε το ζευγάρι με τα αναψοκοκκινισμένα μάγουλα, τα μάτια που λάμπανε, την μυρωδιά του έρωτα που έφτανε στα ρουθούνια και τον ζάλισε.
«Έχουν περάσει χρόνια που δεν είναι πια δικά μου» τους απάντησε απότομα κι έφυγε βιαστικά. Ο νεαρός άντρας κοίταξε την μικρή κιθάρα κι έκανε πως παίζει έναν φανταστικό σκοπό κοιτώντας την κοπέλα στα μάτια. Αυτή του χαμογέλασε και τον τράβηξε απότομα κοντά της. Χάσανε την ισορροπία τους και κυλίστηκαν στην άμμο ξεχνώντας τα πάντα γύρω τους.
Την ώρα που τα κορμιά τους έσμιγαν , ακούστηκε από την μικρή κιθάρα μουσική και μια νεανική αντρική φωνή που τραγουδούσε
«Ξύπνιος αν είμαι,
τον ύπνο διώξε μακριά
Αν είσαι όνειρο,
ποτέ μην με ξυπνήσεις»
πανεμορφο οπως παντα!!πως και πως τα περιμενω πια!!και ευκαιρια να σου πω πως 2 χρονια μαθαινα και εγω κιθαρα..μπραβο Φωτεινη μου ακομα μια φορα..
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαλημέρα καλέ μου φίλε,
ΑπάντησηΔιαγραφήΣ' ευχαριστώ για τα καλά σου λόγια
Ελπίζω να αξίζει η αναμονή..
xmmm, isoun ekei mipws??
ΑπάντησηΔιαγραφήΌχι φίλε μου, αλλά ήταν το φεγγάρι...
ΑπάντησηΔιαγραφήένα παραμύθι when i am feeling blue..
ΑπάντησηΔιαγραφήη αλήθεια είναι οτι έχω να γράψω κάτι απο το 2002..
περνάει ο χρόνος..
σαν νερό..
ανάμεσα στα δάκτυλα ενός παιδιού..
πότε θα ξανάρθει το τραγούδι να γίνει ανάγκη έκφρασης; πότε;
πότε;
let's play the blues, φίλε μου..
ΑπάντησηΔιαγραφήΤο τραγούδι είναι πάντα μέσα μας και γίνεται ανάγκη έκφρασης όταν οι λέξεις δεν φτάνουν..
Κλείσε τα μάτια σου και ψάξε το δικό σου βοτσαλάκι..
Ψάχνω..
ΑπάντησηΔιαγραφήψάχνω..
ψάχνω..
ψάχνω..
ψάχνω..
επιμονή λέγεται αυτό :)
Μην ανοίγεις τα μάτια σου είπαμε..έτσι..κράτα τα κλειστά...πήγαινε στο δικό σου μικρό λιμανάκι..άκου το κύμα και περίμενε..αφουγκράσου την ψυχή σου και πάρε στα χέρια σου την κιθάρα...
ΑπάντησηΔιαγραφήΠολυ ομορφη ιστορια φωτεινη μου
ΑπάντησηΔιαγραφήκαι παντα εχεις μια πολυ ομορφη
εκφραση για να μας την Αποδωσεις!!!!
Σ' ευχαριστώ, καλέ μου λύκε,
ΑπάντησηΔιαγραφήγια την ενθάρυνση..
Υπέροχη κι αυτή η ιστορία σου... :)
ΑπάντησηΔιαγραφήΣ'ευχαριστούμε που μας χαρίζεις κάθε φορά κι από ένα κομμάτι ονείρου!
Συνέχισε να μας μαγεύεις με τον τρόπο που γράφεις...
~Φαίη~
Ζαχαρένια μου Φαίη,
ΑπάντησηΔιαγραφήΤο παζλ της ζωής μας είναι γεμάτο από τέτοια κομμάτια..κι όπως λέγαμε και χθες οι ονειροπόλοι αντιστέκονται στην καθημερινότητα κρατώντας σφιχτά τα βοτσαλάκια τους..
Μ'άρεσε πολύ η απάντησή σου Φωτεινή μου :)
ΑπάντησηΔιαγραφήΜου έφτιαξε τη διάθεση...
Υπόσχομαι να μην αφήσω ποτέ ξανά τα βοτσαλάκια από τα χέρια μου.
~Φαίη~
yperoxo!!!
ΑπάντησηΔιαγραφήyperoxo!!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΣ' ευχαριστώ καλέ μου φίλε,
ΑπάντησηΔιαγραφήΓια τον ενθουσιασμό και την συμπαράσταση-ανώνυμα και επώνυμα!!
Μελαγχολικο παραμυθι...
ΑπάντησηΔιαγραφήΤι σου κανουν οι αναμνησεις...
Αραγε υπαρχει κατι το πιο δυνατο απο τις
Αναμνησεις και την Αγαπη;
Ευχαριστω παραμυθενια μου!!
Ταξιδεψα και παλι...
Ανωνυμα επετρεψε μου...
Αγαπημένη μου φίλη,
ΑπάντησηΔιαγραφήΤην επόμενη φορά που θα σχολιάσεις παρακαλώ να έχεις μαζί σου ταυτότημα, ΑΜΚΑ, ΑΦΜ, δίπλωμα οδήγησης, τσιγάρα, προφυλακτικά, μαστίχες και ότι άλλο σε χαρακτηρίζει!! (βασικά τα τσιγάρα είναι για τράκα!!).
Τα φιλιά και σ' ευχαριστώ...
Χαχαχα!!!νομιζες θα μου ξεφευγε το σχολιο;;
ΑπάντησηΔιαγραφήαμ δε...:))
Χμμ...by the way!με τα τσιγαρα κατι πρεπει να κανουμε...
Αν βεβαια εχεις Alzheimer διακαιολογησε...ε;;
:))
Δεν έχω ιδέα για τι πράγμα μιλάτε αγαπητή μου φίλη!! :))
ΑπάντησηΔιαγραφήΗμουν σιγουρη...(λεω τωρα...)
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαλο ξημερωμα λοιπον...
και θελω και αλλο παραμυθι!!
:))
ti sxolio na anartiseis otan to xeis zisei to paramythi... otan perpatas dipla stin thalassa kai svinoun pano sta kymata ta prosopa o xronos oi stigmes...otan vlepeis na peftoyn sto nero ta kleidia tis psixis pou kleidose kai antikatestise ton aythormitismo kai to synaisthima me prepei...kai eno perpatao dipla sto nero pratomai tis eykairias na sou steilo me to aeraki tis fantasias sou ena megalo eyxaristo...
ΑπάντησηΔιαγραφήΑγαπημένε μου φίλε,
ΑπάντησηΔιαγραφήΤα κλειδιά είναι πάντα δικά σου φτάνεις να κάνεις την βουτιά στην θάλασσα της ψυχής σου και να τα βγάλεις στην επιφάνεια..ξανά..
Κι εγώ σ' ευχαριστώ για το δικό σου παραμύθι..
Αυτό πόνεσε... πολύ...
ΑπάντησηΔιαγραφήβρήκες το απόλυτο κέντρο του στόχου...
Αγαπημένε μου Γάτε,
ΑπάντησηΔιαγραφήΠοτέ δεν περίμενα να λυπηθώ τόσο για την ευστοχία μου..